Συγγραφέας Παιδικής Λογοτεχνίας

Καλωσήρθατε στον "τόπο" μου!

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

ΓΙΑΤΙ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΑ

ΕΠΕΙΔΗ:

1. Έχει ήλιο. Ήλιο! Ήλιο!
2. Γλίτωσα μια μετωπική σύγκρουση στους δρόμους της εξοχής.
3.  Άκουσα έναν μαθητή μου να λέει πως τον συγκίνησε το τραγούδι "Γκιουλ Μπαξέ"
4.  Οι μαθητές μου χόρεψαν αυθόρμητα στην πρόβα της γιορτής.
5. Μια μητέρα μου τηλεφώνησε για να με ευχαριστήσει.
6. Ένα κορίτσι και ένα αγόρι στέκονταν σε έναν τοίχο στην Κατεχάκη με ανοιχτό τον υπολογιστή.
7. Ένας παππούς συνόδευε το εγγονάκι του που έκανε πατίνι με την τσαντούλα του νηπιαγωγείου, στον ώμο.
8. Σε ένα ιατρείο μου είπανε πως το ΑΜΚΑ μου μοιάζει με αριθμό τηλεφώνου. "Απαντάω και σ αυτό" λέω χαριτολογώντας. "Καλλιθέα" μου ανταπαντάνε. Από αυτό το νούμερο ξεκινάνε τα τηλέφωνα στην Καλλιθέα.
9. Μία ροκ καλοντυμένη φιγούρα με κοίταξε.
10.Ένας κύριος σεκιούριτι χαιρέτησε χαρούμενα μια γυναίκα.
11. Ανταλλάξαμε ματιές με έναν παλιό γνωστό που μέχρι τώρα δεν μου είχε δώσει σημασία.
12.Έφυγα και γύρισα έγκαιρα να τελειώσω αυτό που είχα ξεχάσει.
13. Ανταλλάξαμε βιαστικό χαιρετισμό με μια φίλη  μέσα από τα αυτοκίνητα μας.
14.Απέφυγα ένα μηχανάκι που έτρεχε με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
15. Βρήκα ένα συγκινητικό μήνυμα από έναν αγαπημένο συγγραφέα.
16. Απόψε θα βάλω τα καλά μου και θα βγω βόλτα με αγαπημένους ανθρώπους.
17. *Μπουρλουκλώθηκα στο αερόθερμο, αλλά κράτησα την ισορροπία μου.
18. Έχω αργήσει, αλλά θα με καταλάβουν

*Μπουρδουκλώθηκα


 
Παρασκευή 14 Μαρτίου- 4μ.μ.



Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ ΔΡΟΜΟΣ

Είναι ένας δρόμος που από παιδί τον ακολουθώ. Τότε στο τιμόνι ήταν ο πατέρας μου. Κάποτε η μητέρα μου και αργότερα εγώ. Υπήρξαν και άλλοι οδηγοί, συγγενείς και φίλοι .
Αυτός ο δρόμος είναι ο αγαπημένος μου. Γεμάτος με τον ήλιο και την αλμύρα του καλοκαιριού. Με το πράσινο που τον περιτριγυρίζει. Με στροφές ατέλειωτες. «Πιο σιγά! Την πήρες απότομα τη στροφή!».
Ο δρόμος αυτός σε πάει στη θάλασσα. Ξεκινάς από ψηλά, εκεί που ο ουρανός ακουμπάει τη γη-παλιά τραμπαλιζόσουνα και σε χωματόδρομους προτού τον συναντήσεις-ύστερα το μάτι σου χορταίνει πράσινο και στροφές. Η χειρότερη, έξω από το χωριό που συναντάς.
Αχ! Τι λατρεμένος δρόμος. Η πιο ισχυρή ανάμνηση των παιδικών και εφηβικών μου χρόνων.
Και ύστερα μακριά του. Να καρτερώ την ώρα που το αυτοκίνητο θα τρέξει ανυπόμονα επάνω του, μέχρι να φτάσει στο τέρμα του. “Ζώνη έβαλες;”
Ποτέ δεν είχα συνειδητοποιήσει πως ένας δρόμος μπορεί να αντικατοπτρίζει την ως τώρα ζωή σου. Και ένα σπίτι μπορεί, αλλά όταν έχεις αλλάξει πολλά σπίτια...
Και ποτέ μα ποτέ δε φανταζόμουνα, πως αυτός ο δρόμος θα έπαιρνε άλλη μορφή. Θα ναι σα χέρι που σε τραβά.. Που έχεις μάθει να στρίβεις δεξιά, αλλά πας ευθεία. Και που μετράς τα λεπτά, τα χιλιόμετρα, τις στροφές, και τους χτύπους της καρδιάς σου μέχρι να φτάσεις στον προορισμό.
Ούτε φανταζόμουνα πως θα κυλούσα επάνω του άλλες εποχές. Με καταιγίδες, χαλάζι και χιόνια. Με φύλλα που στροβιλίζει ο άνεμος και άνθη που τολμάνε να ανοίξουν.
Αυτός ο δρόμος που τόσο λάτρεψα από παιδί, τώρα κόβεται στα μισά του. Αν θέλεις συνεχίζεις, αλλά τις περισσότερες φορές κάπου εκεί στη μέση σταματώ.  Και συχνά σκέφτομαι πόσο παράξενη είναι  η ζωή. Κάπου εκεί στα μισά του δρόμου, ποτέ δε φανταζόμουνα πως θα είναι το τέρμα του.


Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013

ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ

Ένα χρόνο το λέω. Πρέπει να γράψω κάτι για αυτόν. Για τον αγαπημένο μου κύριο Χρόνη. Ένα χρόνο τώρα δεν τα κατάφερα. Και να που προχτές στο μνημόσυνο του, συνειδητοποίησα πως πέρασε τόσος καιρός και κουβέντα δεν είπα. Δεν βρήκα χρόνο να πω. Αυτός που πάντα είχε  το σπίτι του ανοιχτό για μας. Που περάσαμε πρωινά που γίνανε μεσημέρια. Ώρες.
 Σε θυμάμαι. Πάντα κάθεσαι στην ίδια θέση. Πίσω από το γραφείο σου. Μιλάς. Κάνεις παύσεις. Το πρόσωπο σου γέρνει ελαφρά προς τα κάτω.  Κοιτάζεις έξω από το παράθυρο στ αριστερά. σου. Η φωνή σου είναι χαμηλόφωνη. Βήχεις. Μιλάς. Και γω δεν ακούω πάντα αυτά που λες. Εξερευνώ το πρόσωπο σου. Προσέχω τις κινήσεις σου. Τα μάτια σου υγραίνονται. Βγάζεις τα γυαλιά σου. Με ένα μαντήλι σκουπίζεις τα μάτια σου. Φοράς ξανά τα γυαλιά σου.Βγάζεις καπνό. Τυλίγεις τσιγάρο. Καπνίζεις. Βήχεις. Κάποιες φορές λίγος καπνός κολλάει στα χείλη σου.
Και συ μιλάς. Και γω δεν ακούω. Χαζεύω και γω έξω από το παράθυρο που κοιτάζεις και συ.
Κείνη τη μέρα φυσούσε.  Μπήκαμε λίγο βιαστικά στο σπίτι. Οι πόρτες ξεκλείδωτες. Ήπιαμε καφέ από τα χέρια της Ρηνιώς. Και συ μιλούσες. Κοίταζα την ξύλινη σκάλα με τα στοιβαγμένα βιβλία. Την τηλεόραση που ήτανε σβηστή. Κάτι για πολιτικά λέγατε. Για το παρελθόν. Αυτό που επηρεάζει το μέλλον.Και ύστερα για τους νέους Για τον έρωτα. Για τις σχέσεις. Για τη φύση και το πόσο έχει απομακρυνθεί ο άνθρωπος από αυτήν. Ξαναγυρνάω και σε κοιτάζω. Τα δάχτυλα σου κίτρινα. Γελάς. Τι είπες άραγε;  Α θυμήθηκα. Κάποια ιστορία από τα παλιά. Δώδεκα ή ώρα. "Τσίπουρο;" "Μα είναι μόνο δώδεκα κύριε Χρόνη". "Κύριε Χρόνη" ."Τι κάνετε κύριε Χρόνη;" Προχτές το θυμήθηκα πάλι. Δεν σου άρεσε να σου μιλάω στον πληθυντικό. Και γω ποτέ μου δε σου κανα το χατήρι.
Πρώτη γουλιά. Και όλα σιγά σιγά αλλάζουν. Τσίπουρο, το μαγικόν. Τώρα ακούω και πολιτικά.  Είναι όμως αργά για τέτοιες κουβέντες. Για άλλα θα μιλήσουμε. Η ώρα προχωράει. Σηκωνόμαστε να φύγουμε. "Δε θα καθίσετε για φαΐ; Από αυτό που έχουμε για μας, θα φάτε και σεις," μας λέει η Ρηνιώ.  Καθίστε".  Καθόμαστε. Εμείς και εσείς. Τι φάγαμε; Νόστιμο ήτανε.
Τελειώνουμε. Σηκώνεσαι. Φεύγεις για τη μεσημεριανή σου ξεκούραση. Εμείς εκεί.  Στο τραπέζι. Ακούω τα βήματα σου. Είσαι μεγάλος πια. Περπατάς αργά. Ύστερα οι θόρυβοι από το βάθος παύουν ν ακούγονται. Κοιμήθηκες. Κάτι λέμε για σένα με τη Ρηνιώ. Θυμάμαι; Ύστερα πιάνουμε άλλες κουβέντες. "Όχι άλλο τσίπουρο. Ευχαριστώ".
 Η μέρα έχει προχωρήσει. Δε θα καθίσουμε άλλο. Σηκωνόμαστε. Έχω αφήσει το μπουφάν μου στον καναπέ. Δίπλα στο γραφείο σου. Λείπει η μορφή σου. Κοιμάσαι. Παίρνω το μπουφάν μου και φεύγω. Τελικά δεν ήταν δύσκολο να σου μιλάω στον ενικό.


*Έψαχνα να βρω ένα τραγούδι του Μπιθικώτση που όποτε το ακούω μου θυμίζει μια από τις ομορφότερες βραδιές της ζωής μου. Δεν το βρήκα. Άλλο τραγούδι θα παίξει για μένα η κομπανία. Καλοκαίρι. Στην αυλή του Χρόνη. Φοράω ένα τυρκουάζ φόρεμα. Είμαι ευτυχισμένη.



Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

ΓΙΑΤΙ ΑΡΓΗΣΑ ΣΗΜΕΡΑ ΝΑ ΦΤΑΣΩ ΣΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΟΥ

                                          ΣΤΑΣΗ ΠΡΩΤΗ



                                                    ΣΤΑΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

                                     

                                          ΣΤΑΣΗ ΤΡΙΤΗ


                                          ΕΦΤΑΣΑ


Παρασκευή 16 Αυγούστου 2013

ΜΟΥ ΕΙΠΕ Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΝΑ ΠΟΤΙΣΩ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ

16 Αυγούστου. Ζωγράφου. Με στειλε η μάνα μου να ποτίσω τα λουλούδια. Άδειοι δρόμοι. Πληθώρα θέσεων για παρκάρισμα. Ησυχία. Βγαίνω στο μπαλκόνι. Γεμίζω το ποτιστήρι με νερό από μια βρύση που πετάει το νερό με ένα μικρό θυμό. Πρέπει να προσέχεις. Ακούω τα τζιτζίκια και αναρωτιέμαι αν στις Βρυξέλλες ακούνε τζιτζίκια. Η καλύτερη φίλη της εφηβείας μου έζησε εκεί για πολύ καιρό. Όποτε γυρίζω εδώ σκέφτομαι πρόσωπα και γεγονότα του παρελθόντος. Τις φιλίες, τους έρωτες, τους παλιούς γείτονες, τα πρόσωπα που δεν υπάρχουν πια.
"Ω ω ω όμορφη Θεσσαλονίκη...." ένα ζευγάρι πλανόδιων μουσικών ακούγεται.  Πετάνε πια λεφτά στους πλανόδιους μουσικούς; Στο απέναντι μικρό μπαλκόνι ένα ηλικωμένο ζευγάρι με μαύρα ρούχα. "....τα μαγικά σου βράδια νοσταλγώ" Στον προηγούμενο δρόμο κάποιος πρέπει να έριξε ένα κέρμα. Μπαίνω μέσα, ψάχνω το πορτοφόλι. Το απέναντι ζευγάρι ρίχνει πρώτο. Ακολουθώ."....όμορφη Θεσσαλονίκη" Όταν ζούσε η γιαγιά μου πάντα μου έδινε ένα κέρμα να πετάξω. Και είχα πάντα μια ανησυχία, μήπως πετύχω κάποιον στο κεφάλι. Γιατί νομίζω πως κάποτε παραλίγο να πετύχω έναν περαστικό;  Η μουσική χάνεται σιγά σιγά. Πριν σβήσει ακούω ένα ελληνικό τραγούδι που λάτρευα όταν ήμουνα μαθήτρια. Είχα μάθει τα λόγια του απέξω"Σ αγαπώ, σ αγαπώ γιατί είσαι ωραία...Αγαπώ και όλο τον κόσμο γιατί ζεις και συ μαζί..." 

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

ΜΗΝ ΠΑΙΞΕΙΣ ΜΟΥΣΙΚΗ ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΟΙΜΗΘΩ

Ποτέ δεν περίμενα πως ένα μήνυμα που έστελνα συχνά τα μεσημέρια στον αδελφό μου, θα γινόταν πραγματικότητα σήμερα.
Σήμερα δεν είχε μελέτη. Τόσα χρόνια μελέτη. Τόσα χρόνια συναυλίες. Και αυτός και η γυναίκα του και οι υπόλοιποι απολυμένοι μουσικοί της ΕΡΤ.
Ήταν φυσικό να συμβεί αυτό. "Γιατί  μπήκαν εκεί μέσα αναξιοκρατικά. Γιατί πήγαιναν μία φορά το μήνα στη δουλειά τους. Γιατί έπαιρναν παχυλούς μισθούς".  Δικαιώς λοιπόν. Εγώ έτσι κι αλλιώς, δεν μπορώ ν αλλάξω το μυαλό ηλιθίων που πιστεύουν κάτι τέτοιο.

Τι τι θέλουμε την ΕΡΤ; Επειδή είναι η φωνή της Ελλάδας; Αν βρίσω τώρα θα έχω δίκιο;
 Άι σιχτίρ λοιπόν. Διαλύστε τα όλα. Και μεις είμαστε άξιοι της μοίρας μας.

 * Ένας μουσικός δεν παρατάει έτσι εύκολα το μεράκι του. Και γω θα συνεχίζω για χρόνια ακόμα να στέλνω μηνύματα το μεσημέρι.