Συγγραφέας Παιδικής Λογοτεχνίας

Καλωσήρθατε στον "τόπο" μου!

Σάββατο 14 Μαΐου 2011

ΑΛΛΟΙ ΚΑΙΡΟΙ Η΄ΑΝ ΖΟΥΣΕ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ

Τις τελευταίες μέρες λαμβάνω μηνύματα μέσω του διαδικτύου για το καινούριο μου βιβλίο. Κάτι που και για μένα είναι καινούριο, αν και αυτή δεν είναι η πρώτη μου δουλειά. Σίγουρα το φέισμπουκ έκανε και κάνει αρκετή δουλειά. Η αλήθεια είναι πως πολύ θα θελα μια κουβέντα γραμμένη σε χαρτί. Μα τι λέω; Άλλοι καιροί...
Το καλοκαίρι που μας πέρασε, δουλεύαμε πάνω στην ιστοσελίδα για το έργο του πατέρα μου. Ψάχναμε υλικό. Όλα σε χαρτιά. Διαδίκτυο; Επιστολές ανθρώπων -σπουδαίων ανθρώπων-με συγχαρητήρια για τη νέα του δουλειά. Με σχόλια και ευχαριστίες. Ανάμεσα τους ο Ελύτης, ο Καμπανέλης, ο Κανελλόπουλος, ο Μόντης, ο Κρανιδώτης και τόσοι άλλοι. Αποκόμματα εφημερίδων, γράμματα φίλων. Άλλοι καιροί...
Ο πατέρας μου έζησε  και την εποχή του διαδικτύου. Πριν φύγει από τη ζωή το συζητάγαμε πολύ έντονα πως πρέπει να φτιάξουμε μια σελίδα για να μάθει ο κόσμος, το άγνωστο σε πολλούς, έργο του. Ο θάνατος του και δυο φοιτήτριες στο πτυχίο Βιβλιοθηκονομίας, μας πρόλαβαν. Ο μεν θάνατος τον πήρε δίχως να μας τον επιστρέψει και να μπορέσει να δει να γίνεται πραγματικότητα  ένα από τα σχέδια του-έκανε πολλά αλήθεια-οι δε φοιτήτριες μας πρόλαβαν και έστησαν-την αδημοσίευτη ακόμα- ιστοσελίδα του. Περίεργη που είναι η ζωή.
Αν ζούσε ο πατέρας μου, θα χαιρόταν σίγουρα με τη νέα μου δουλειά και την ανταπόκριση του κόσμου. Θα χαιρόταν και τη δημιουργία της σελίδας με το όνομα του. Αν και αρνιόταν μέχρι το τέλος της ζωής του να γράψει σε υπολογιστή-θα χαιρόταν με αυτή την εξέλιξη. Σίγουρα όμως θα το σχολίαζε με το πάντα ιδιάιτερο χιούμορ του. Τι να έλεγε άραγε; 
Σε αυτούς τους άλλους καιρούς που είναι διαφορετικοί από τους προηγούμενους και από αυτούς που ακολουθούν θα ήθελα κάποια πράγματα να μην αλλάξουν ποτέ. Και όποιος θέλει ας μου στείλει και ένα γράμμα!


Κυριακή 17 Απριλίου 2011

ΚΟΒΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΜΥΤΕΡΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΟΙ ΜΥΤΕΣ


Η αλήθεια είναι πως δεν το γνώριζα αυτό. Και δεν το γνώριζα γιατί ποτέ μου δεν είχα παπούτσια με μύτες. Ναι το παραδέχομαι. Ποτέ δε ζήλεψα τα μυτερά παπούτσια. Ούτε εγώ, ούτε τα πόδια μου.
Αναρωτιέμαι όμως πώς κόβονται αυτές οι μύτες. Και γιατί κάποιος να θέλει να τις κόψει; Επειδή δεν τον βολεύουν θα μου πείτε. Τελοσπάντων. Στο κάτω κάτω οι μύτες είναι για να κόβονται. Δε λέμε βέβαια "θα σου κόψω τη μύτη", όπως λες "θα σου κόψω το βήχα", αλλά τι σημασία έχει αυτό; Αφού υπάρχουν κάποιοι που κόβουν τις μύτες σημαίνει πως υπάρχουν μύτες που θέλουν να κοπούν.
Το θέμα είναι πώς είναι το παπούτσι μετά; Χωρίς μύτη θα μου πείτε. Προφανώς. Πραγματικά με ενδιαφέρει να μάθω την εμφάνιση τους μετά την αφαίρεση της μύτης τους. Πώς να είναι άραγε;
Χωρίς μύτη θα μου ξαναπείτε. Έπρεπε να το σκεφτώ μόνη μου αυτό.
Κοιτάζω τα παπούτσια μου. Παρατηρώ εκείνα που έχουν μια υποψία μύτης. Τα φαντάζομαι δίχως αυτή.Τρομακτικό! Ύστερα αρχίζω για ακόμα μια φορά να πλάθω ιστορίες. Για παπούτσια με ή χωρίς μύτες. Για ανθρώπους που αρπάζουν τα παπούτσια μέσα από τα σπίτια για να κόψουν τις μύτες τους. Για ένα τόπο με παπούτσια δίχως μύτες. Και το παραμύθι συνεχίζεται. Όπως και η πραγματικότητα. Αν δεν υπήρχε αυτή, δεν θα μπορούσαμε να φτιάξουμε το παραμύθι μας.







Κυριακή 3 Απριλίου 2011

2 ΑΠΡΙΛΙΟΥ, Η ΧΤΕΣΙΝΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ

Χτες "γιόρτασα" διπλά. Αν και οι παγκόσμιες ημέρες πάντα με βάζουν σε σκέψη, κυρίως για τη χρησιμότητα τους, δεν μπορώ να κρύψω πως δυο πράγματα που έχουν παίξει ρόλο στη ζωή μου, χτες γιόρταζαν μαζί.
Η 2α Απριλίου έχει καθιερωθεί να γιορτάζεται παγκόσμια ως η μέρα παιδικού βιβλίου και η μέρα αυτισμού.
Εγώ λοιπόν είχα κάθε λόγο να γιορτάζω φέτος, μιας και το νέο μου βιβλίο που κυκλοφορεί αύριο έχει σα θέμα του το σύνδρομο Άσπεργκερ, ένα σύνδρομο που ανήκει στο ευρύ φάσμα του αυτισμού.
Το βιβλίο αποδείχτηκε για μένα μέχρι τώρα, ένα σωτήριο μέσο. Είτε ως αναγνώστης, είτε ως συγγραφέας. Πέρα από το ρόλο του "σωσιβίου", είναι για μένα το όχημα που χρησιμοποιώ στα ταξίδια μου με τα παιδιά. Για όσους εκεί έξω έχουν βιώσει τέτοιου είδους ταξίδια - και ελπίζω να είναι πολλοί-ξέρουν καλά τι σημαίνει αυτό.
Το Άσπεργκερ από την άλλη, ήρθε στη ζωή μου να μου δείξει για ακόμα μία φορά, τι πάει να πει να πιστεύουν οι άλλοι πώς είσαι διαφορετικός. Κάτι, που από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου προσπαθώ να το καταλάβω. Δεν το κατάλαβα ποτέ και ούτε πρόκειται να συμβεί αυτό.
Θαυμάζω όλους αυτούς τους ανθρώπους που καθημερινά δίνουν αγώνα για να αποδείξουν στους άλλους πως είμαστε όλοι μας ιστότιμα μέλη αυτής της κοινωνίας.  Δεν ξέρω πότε επιτέλους τα μέλη αυτής της κοινωνίας θα το καταλάβουν. Εύχομαι η απάντηση να είναι μην είναι "ποτέ".
Πριν χρόνια είχα γράψει ένα παραμύθι, που ακόμα δεν είχε την τύχη να εκδοθεί. Το χω όμως φυλαγμένο όχι μόνο στα αρχεία μου, αλλά και βαθιά μέσα στην καρδιά μου.  Μιλούσε για την προσπάθεια και την αγωνία ενός γίγαντα να γίνει αποδεκτός από τους "κανονικούς" ανθρώπους.
Σε ένα σημείο της ιστορίας εκείνης ο γίγαντας λέει για τους ανθρώπους:
"Οι άνθρωποι που δεν είναι γίγαντες νομίζω πως με έχουν συνηθίσει. Και εγώ το ίδιο.
Στην αρχή υπήρχαν ένα σωρό πράγματα που δεν καταλάβαινα. Δεν είχα ζήσει βλέπετε ποτέ ξανά με ανθρώπους. Κανονικούς. Όχι σαν εμένα.
Νόμιζα πώς περπατούσαν διαφορετικά. Πώς έτρωγαν διαφορετικά. Πώς γέλαγαν, φώναζαν, θύμωναν με άλλο τρόπο.
Νόμιζα ακόμη πώς μπορεί να φιλούσαν αλλιώς κι ας μην ήξερα πως είναι το φιλί και πώς μπορεί και ν αγαπούσαν αλλιώς κι ας μην είχα κάποιον κοντά μου να με αγαπάει".


Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

ΣΤΑΘΜΟΣ ΛΑΡΙΣΗΣ 2

Ξαναβρέθηκα εκεί, χτες το απόγευμα. Ένα γεγονός ήρθε να μου θυμίσει μια δουλειά που με περιμένει από το καλοκαίρι που πέρασε. Η ηρωίδα μου-πώς τη λέγανε; (Ψάχνω στα αρχεία, πουθενά. Σηκώνομαι, παίρνω το φλασάκι. Εδώ είναι. )-Ρέα τη λένε, δούλευε  καθαρίστρια στις τουαλέτες του Σταθμού Λαρίσης. Ποτέ της όμως δεν ταξίδεψε.. Έτσι την είχα φτιάξει. Από ότι φαίνεται όμως δεν πρόκειται να πάει πουθενά, προς το παρόν τουλάχιστον. Είναι φυλακισμένη μέσα στα αρχεία του υπολογιστή μου (έτσι νόμισα στην αρχή), σε ένα φλασάκι και σε χαρτιά Α4 εκτυπωμένα. Η πρώτη γραφή. Θέλει ακόμα αρκετή δουλειά. Αν φυσικά ασχοληθώ ξανά μαζί της.
Πάνε τώρα οκτώ μήνες. Όλοι οι ήρωες της απόπειρας εκείνης, σε μια φυλακή. Πόσοι και πόσοι ήρωες μου έχουν μείνει  φυλακισμένοι και πόσοι από αυτούς θα μείνουν για πάντα.
Χτες λοιπόν, αρκετή δόση νοσταλγίας έχει αυτό το κείμενο, επισκέφτηκα τις τουαλέτες του σταθμού.
Ήταν εκεί. Η ηρωίδα μου ήταν εκεί. Δεν μου έδωσε καμία απολύτως σημασία. Έκανε κάτι που πρώτη φορά την είχα δει να κάνει. Μιλούσε με ένα σκύλο. Ένας σκύλος, ένας όμορφος σκύλος ήταν μέσα στις τουαλέτες. Απλωμένος λίγο πιο πέρα απο την καρέκλα της. Σίγουρα δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε αυτό.  Φαινόντουσαν και οι δυο απόλυτα εξοικιωμένοι με αυτή την πραγματικότητα.
Αυτή έτρωγε έτοιμο φαγητό από τα ΄Εβερεστ του σταθμού. Του πέταξε ένα μικρό λουκάνικο. Δεν το έφαγε αμέσως. Εγώ εκείνη τη στιγμή σκούπιζα τα χέρια μου και έριχνα κλεφτές ματιές. Αμφιβάλλω γι αυτό. Πρέπει το βλέμμα μου να ήταν καρφωμένο.
Σε λίγο θα τους άφηνα πίσω μου και θα κατέβαινα τις σκάλες. Πολύ αργότερα κατάλαβα πως εκτός από την ηρωίδα που με τον τρόπο της ήθελε να μου θυμίσει πως είναι εδώ, αυτή η σκηνή ήταν σαν να μου έδειχνε ένα δρόμο που δεν είχα σκεφτεί μέχρι τώρα. Και όταν ανοίγεται ένας δρόμος, συνήθως ανοίγεται κι άλλος, κι άλλος.. Με αυτή τη νέα προοπτική γύρισα χτες το βράδυ  στο σπίτι. Αφού έκανα τις προσευχές μου για να βρεθεί ο χρόνος που πάντα χρειάζομαι, έπεσα για ύπνο.
Μια μέρα μετά, θυμήθηκα ξανά πως δε γύρισε στιγμή να με κοιτάξει. Αυτή που πάντα γυρνούσε. Από την άλλη λέω πως καλά μου έκανε, αφού εγώ ούτε το όνομα της καν δε θυμόμουν.


Κυριακή 20 Μαρτίου 2011

ΣΤΑΘΜΟΣ ΛΑΡΙΣΗΣ

Ήταν ένα από τα πιο παράξενα ζευγάρια που έχω δει. Δεν ξέρω καν αν ήταν ζευγάρι. Τη στιγμή που το κοιτούσα, ήταν.
Εκείνη νέα με μακριά ξανθά μαλλιά, μάτια κόκκινα της αγρύπνιας ή γιατί ώρες έκλαιγαν. Έκανα λάθος. Αυτή ήταν παράξενη. Αυτός όχι. Ίσως να γίνεσαι και συ παράξενος όταν σμίγεις με έναν που δείχνει έτσι. Η κοπέλα λοιπόν, είχε σίγουρα προέλευση μιας άλλης χώρας της Ευρώπης. Πιθανότατα της ανατολικής. Είχε νύχια μακριά, βαμμένα πράσινα, με κάποιο άσπρο σχέδιο. Αυτό που σε οδηγούσε με ανοιχτά μάτια στο συμπέρασμα πώς είναι παράξενη, ήταν οι κάλτσες της. Η μία ήταν πορτοκαλί και η άλλη πράσινη. Δυο διαφορετικές κάλτσες λοιπόν, μπορούν να σε κάνουν παράξενο, διαφορετικό. Οι ασυνήθιστες αυτές κάλτσες έμπαιναν μέσα σε ένα ζευγάρι άσπρα, ίσια, μαλακά παπούτσια. Ακατάλληλα για μια τέτοια μέρα κρύα και βροχερή. Είχαν αρχίσει να χαλάνε.
Μιλούσε. Μιλούσε πολύ. Και εκείνος άκουγε.
 Ο άντρας ήταν φανερά πολύ μεγαλύτερης ηλικίας. Ίσως να είχανε περάσει τη νύχτα μαζί. Ίσως και όχι .Μπορεί να βρεθήκανε τυχαία εκεί, λεπτά πριν τους δω ή να μοιραστήκανε για μήνες μια κοινή ζωή. Ποιος ξέρει; Και ποιος νοιάζετε; Μόνο κάτι συγγραφείς που περπατάνε με μάτια και αυτιά ανοιχτά. Συλλέκτες υλικών.
Η αλήθεια είναι πώς έστησα αυτί. Ήταν όμως δύσκολο να καταλάβω τι λέγανε. Ο άντρας δυσκολευότανε περισσότερο με τα αγγλικά-σε αυτή τη γλώσσα επικοινωνούσανε-έκανε ταυτόχρονα έντονες κινήσεις για να υποβοηθήσει την επικοινωνία. Νομίζω φορούσε σακάκι, είχε τα χέρια του μπροστά, λίγο κατεβασμένους τους ώμους και έδειχνε πιθανότατα νεώτερος από την πραγματική του ηλικία. Το μόνο που κατάφερα να ακούσω ήταν αυτόν να λέει κάτι για τη λέξη σύνταξη και να προσπαθεί με άλλες λέξεις και φράσεις να της την εξηγήσει μιας και δεν γνώριζε την ακριβή μετάφραση της λέξης στα αγγλικά. Από αυτήν θυμάμαι μόνο μία λέξη που γνώριζε πώς να την εκφέρει, αεροδρόμιο.
Σκέφτομαι λοιπόν πώς ακόμα μία φορά οι λέξεις μας φανερώνουν την αξία τους.  Δυο τόσο διαφορετικές λέξεις βγαλμένες από τα στόματα δύο ανθρώπων μπορούν να γίνουν αυτό ή κάτι από αυτά που τους αντιπροσωπεύουν. Για εκείνον, σύνταξη και για εκείνη, αεροδρόμιο. Και τώρα που φέρνω ξανά την εικόνα αυτών των δυο στο μυαλό μου, νομίζω πώς καμιά άλλη λέξη δεν θα μπορούσε να τους ταιριάξει καλύτερα.
Ύστερα, σηκώθηκα. Βγήκα έξω από την αίθουσα και περπατούσα στην αποβάθρα. Εκείνος και εκείνη στην ίδια θέση. Να μιλάνε. Περισσότερο η κοπέλα, λιγότερο ο άντρας. Μια εικόνα που δεν άλλαζε. Που γινόταν όλο και πιο ασήμαντη καθώς πηγαινοερχόμουν στην αποβάθρα. Είχαν βλέπετε αρχίσει καινούριοι ήρωες να εμφανίζονται.
Το τρένο έφυγε στην ώρα του.







Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

Γράφεις και συ; Γράφω και γω!

Το ότι γράφω είναι μάλλον κάτι συνηθισμένο. Αν φυσικά έγραφα τους άλλους στα παλαιά μου υποδήματα θα ήταν ακόμα πιο συνηθισμένο. Προς το παρόν λοιπόν δεν κάνω κάτι που είναι πολύ συνηθισμένο-δηλαδή να "γράφω" τους άλλους. Ούτε και οι άλλοι μπορώ να πω πως τις πλείστες φορές με γράφουνε, οπότε κάπου εδώ κλείνει αυτή η παρένθεση με το ξεκαθάρισμα πως δε γράφω ούτε με γράφουνε.
Κάνω λοιπόν κάτι άλλο. Κάτι συνηθισμένο, αλλά όχι και τόσο συνηθισμένο. Γράφω κείμενα. Εδώ να πω πως το μεγαλύτερο συγγραφικό μου όνειρο είναι να γράψω ένα βιβλίο τύπου άρλεκιν. Είναι μεγάλος λάθος που δεν έχω κάνει κάτι τέτοιο μέχρι τώρα, γιατί πραγματικά ξέρω πώς θα μου ανοίξει νέους ορίζοντες. Και μετά από αυτή τη δεύτερη παρένθεση, της αποδοχής δηλαδή του λάθους μου, συνεχίζω αυτά που έλεγα.
Γράφω λοιπόν, πρώτα για μένα. Εδώ οι εγωισμοί χωράνε. Χωράνε, γιατί αν δεν χωρούσανε θα είχα αρχίσει μαθήματα αλεξίπτωτου πλαγιάς.
Αφού λοιπόν ικανοποιήσω τις προσωπικές μου ανάγκες, αποφασίζω  να μοιραστώ με τον έξω κόσμο αυτά που γράφω. Ο έξω κόσμος έχει δει και έχει ακούσει χίλια μύρια, οπότε χίλια μύρια ένα δεν κάνει και μεγάλη διαφορά. Η αλήθεια είναι πως δεκάδες σελίδες μου  μέσα από τον υπολογιστή, από κουτιά, συρτάρια, ντουλάπια και τσάντες που κρατάω το καλοκαίρι, μου βγάζουν γλώσσα αυτή τη στιγμή, αλλά εγώ αδιαφορώ και μετά από αυτή την τρίτη παρένθεση, συνεχίζω αυτό το κατά τ άλλα ενδιαφέρον κείμενο που γράφω.
Γράφεις και συ. Το ξέρω. Δεν είναι πρόβλημα αυτό. Μην ανησυχείς. Δεν πρόκειται να σου περάσει και ούτε πρόκειται να γίνεις ποτέ καλά. Σίγουρα ξυπνάς μέσα στον ύπνο σου και ψάχνεις ένα στυλό-αν τώρα ανοίγεις και υπολογιστή κάλεσε επειγόντως το 166-σου μιλάνε στην παρέα και δεν απαντάς, και το κλασικό, σκοντάφτεις όταν περπατάς-αν πέφτεις πάνω σε άλλους ανθρώπους ή σε κολώνες της ΔΕΗ είναι καλό να έχεις μαζί  σου πάντα ένα κουτί πρώτων βοηθειών.
Δεν έχω να μας δώσω καμιά συμβουλή. Είναι παρήγορο που δεν είμαι μόνη μου σε αυτό τον κόσμο. Που χιλιάδες -εκατοντάδες χιλιάδες μήπως είναι σωστότερο;-σε αυτό τον κόσμο κάνουν αυτό που κάνω και γω. Δηλαδή, χάνουν τον ύπνο τους, βαστάν το κεφάλι τους και το στομάχι τους-ειδικά όταν περιμένουν ένα βιβλίο να κυκλοφορήσει-χαλάνε τα νύχια τους- αν είσαι γυναίκα σου κοστίζει κάτι παραπάνω (μέση τιμή 4-5 ευρώ το μπουκαλάκι + ασετόν+ βαμβάκι), τρώνε τις μύτες των παπουτσιών τους και κλείνουν το τηλέφωνο για ώρες -αν έχεις φίλο που πνίγεται, έχει πνιγεί.
Τι άλλο να μας ευχηθώ; Φυσικά να μην είμαστε ποτέ εμείς η αιτία που ένας φίλος μας θα πνιγεί, μια κατσαρόλα θα αρπάξει φωτιά, και μια κολώνα της ΔΕΗ θα χρειαστεί ν αλλάξει θέση-αυτό όταν συμβαίνει το παίρνουν κατάκαρδα οι κολώνες, γι αυτό το αναφέρω. Και μετά από αυτή την παρένθεση-την τέταρτη στη σειρά-και της γνώσης που πρόσφερα στον πολύ κόσμο για τις κολώνες, λέω να σταματήσω.
Δεν είναι όμορφο πράγμα η τελεία;